Πολλές φορές οι γονείς μιλάμε, ενώ πρέπει να σιωπούμε. Κάνουμε μορφασμούς, σχολιάζουμε, κοιτάζουμε με περίεργα βλέμματα τα παιδιά μας, ενώ απλώς θα έπρεπε να παραμείνουμε ήσυχοι ή να δείχνουμε αγάπη.
Τα λόγια μας έχουν μεγάλη δύναμη. Μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά μας να λάμψουν ή μπορούν να γίνουν το μεγαλύτερο βάρος στους ώμους τους. Όταν η κριτική γίνεται πολύ συχνά, το βάρος στους ώμους των παιδιών μας γίνεται ασήκωτο και περνά στην καρδιά τους. Τα καταστρέφει και αφήνει βαθιές πληγές, ανεξάρτητα από το πώς είναι δοσμένη – μπορεί να λέγεται πειθαρχία, νεύρα, θυμός, κούραση ή όπως ο καθένας θέλει.Σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στην «The Journal of Clinical Child and Adolescent Psychology» τα παιδιά που ζουν με γονείς που τους κάνουν κριτική πολύ συχνά δίνουν λιγότερη προσοχή στα πρόσωπα των άλλων όταν αυτά εκφράζουν συναισθήματα -είτε πρόκειται για θετικά είτε για αρνητικά. Το χαρακτηριστικό αυτό αποδυναμώνει την ικανότητά τους να «διαβάζουν» τους άλλους. Μια ικανότητα πολύ σημαντική για το χτίσιμο και τη διατήρηση υγειών σχέσεων, αλλά και την καλή ψυχική υγεία των γονέων, αφού αναζητώντας διαρκώς την τελειότητα χάνουμε και εμείς την ικανότητά μας να κρίνουμε τις προθέσεις του άλλου ξεκάθαρα, αλλά και τα συναισθήματά του απέναντί μας.
Αυτή η αυξανόμενη τάση στο να αποφεύγουμε τα συναισθήματα των άλλων – θετικά και αρνητικά – υπονομεύει την ικανότητα μας να δεχόμαστε ακόμα και θετικές πληροφορίες, πράγμα το οποίο – σύμφωνα με τους ερευνητές – μπορεί να οδηγήσει στην κατάθλιψη ή την αγχώδη διαταραχή.
Η τάση αυτή, ισχυρίζονται οι επιστήμονες, είναι ένα μέτρο «προσαρμογής», η εφαρμογή του οποίου μάλιστα είναι απόλυτα λογική. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι ρυθμισμένος με τέτοιο τρόπο ώστε να στρέφεται προς τα πράγματα εκείνα που τον κάνουν να νιώθει ασφαλής και όχι προς εκείνα που υπάρχει πιθανότητα να τον βλάψουν – αυτά είναι «περασμένα» ως τα «κακά» πράγματα.
Οι ερευνητές προτείνουν ότι τα παιδιά που εκτίθενται στην κριτική για πολύ καιρό αποφεύγουν περισσότερο την επαφή με τις συναισθηματικές εκφράσεις των ανθρώπων, γιατί έτσι αποφεύγουν και τα δυσάρεστα συναισθήματα που ίσως επακολουθούν. Με λίγα λόγια, όταν τα παιδιά εκτίθενται σε διαρκή κριτική, «προγραμματίζονται» έτσι ώστε να περιμένουν αρνητική κριτική όχι μόνο από τους γονείς τους, αλλά και από όλους τους άλλους. Γι’ αυτό και αποφεύγουν την επαφή πρόσωπο με πρόσωπο, για να μην βιώσουν άλλο ένα «βαρύ» και αρνητικό συναίσθημα.
Για όλα τα παιδιά τα πρώτα μηνύματα για την αποδοχή τους από τον κόσμο έρχονται από τους γονείς ή τους ανθρώπους που τα μεγαλώνουν. Όταν αυτά τα μηνύματα είναι γεμάτα αγάπη, κατανόηση, αποδοχή και συγκέντρωση στα θετικά χαρακτηριστικά, τα παιδιά θα προσεγγίσουν τον κόσμο με μια ματιά πιο θετική, αισιόδοξη και δυναμική. Όταν επικεντρώνονται στα αρνητικά, ακόμα και στα πολύ μικρά λάθη, τότε η επιρροή τους στην ψυχολογία και την ιδιοσυγκρασία του παιδιού είναι σχεδόν καταστροφική.
Είναι πιθανό, όταν ασκούμε κριτική, να νιώθουμε πιο δυνατοί και με μεγαλύτερη επιρροή στους άλλους, αλλά η αντίληψη αυτή είναι μια ψευδαίσθηση. Συνήθως, ασκούμε κριτική επειδή θέλουμε να αποφύγουμε το σχολιασμό προς το πρόσωπό μας. Η ανάγκη μας αυτή γίνεται, λοιπόν, μια πρώτη βάση για τη συμπεριφορά μας. Ορισμένες φορές θα οδηγήσει σε σωστή συμπεριφορά, άλλες θα οδηγήσει στην μυστικοπάθεια και τα ψέματα. Κανείς, άλλωστε, δεν θέλει να νιώθει ότι τον μειώνουν οι άνθρωποι που αγαπά.
Ο κίνδυνος που ελλοχεύει με τη συνεχή κριτική προς τα παιδιά είναι ότι αρκετά συχνά η κριτική γίνεται έναυσμα για τα αντίθετα από τα επιθυμητά αποτελέσματα. Δεν θα προσπαθήσουν, δηλαδή, τα παιδιά να αξιοποιήσουν θετικά την κριτική, αλλά να την αποφύγουν…
Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι πρέπει να «χαϊδεύουμε» τα αυτιά των παιδιών μας ούτε να δεχόμαστε κάθε λάθος τους, αλλά να τα αντιμετωπίζουμε με υπομονή, συμπόνια και έναν τρόπο που θα τους αφήνει χώρο να καταλάβουν το λάθος τους και να μάθουν μέσα από αυτό. Με αυτόν τον τρόπο, μάλιστα, θα καταφέρουμε να δημοιυργήσουμε και μια πιο δυνατή και ειλικρινή σχέση με τα παιδιά μας.
Πώς θα πετύχει αυτό;
Το ζήτημα είναι οι γονείς να μην παίρνουν προσωπικά τη συμπεριφορά του παιδιού τους.Σίγουρα, είναι πολύ δύσκολο για τον γονέα που στέκεται στα παιδιά του, τα βοηθά, τα νουθετεί, τους δείχνει πώς να φερθούν, να δεχθεί ότι εκείνα είναι αγενή, φωνάζουν, μιλούν άσχημα ή απαιτούν με άσχημο τρόπο όσα θέλουν. Αυτό, όμως, λένε οι ειδικοί, είναι το φυσιολογικό. Σημαίνει ότι μεγαλώνετε παιδιά τα οποία μαθαίνουν και εσείς τους δίνετε αυτό το περιθώριο. Σημαίνει ότι δεν είναι τέλεια, πράγμα το οποίο είναι αληθινό, αφού ούτε εμείς οι ίδιοι είμαστε τέλειοι. Όσο περισσότερο κατανοούμε αυτή την “ατελή” ιδιότητά μας τόσο καλύτερα ανταποκρινόμαστε στις ανάγκες των παιδιών μας.
Το να μάθει ένα παιδί θέλει χρόνο. Το να προσπαθούμε να διδάξουμε τα παιδιά μας μέσα από τον φόβο ή την κριτική μας οδηγεί στο να τα «χάσουμε» από κοντά μας. Μπορεί να καταφέρουμε εκείνο που θέλουμε μεσοπρόθεσμα, αλλά μακροπρόθεσμα η πίστη τους στους άλλους – και στον ίδιο τους τον εαυτό – χάνεται.
Όταν συμπεριφερόμαστε με βάση το σεβασμό, την ευγένεια, την αποδοχή τότε ωθούμε τα παιδιά μας στο να γίνουν και εκείνα άνθρωποι που θα δείχνουν σεβασμό, αποδοχή, ευγένεια. Η κριτική μπορεί να έχει θετικά αποτελέσματα στο άμεσο μέλλον, αλλά το να χτίσεις μια υγιή, ευτυχή και δυνατή ανθρώπινη σχέση απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Το να μιλάμε στα παιδιά για τις δυνατότητές τους και να εξυμνούμε τα προτερήματά τους, ακόμα και όταν κάνουν λάθη, τους επιβεβαιώνει ότι ζουν σε ένα ένα ασφαλές περιβάλλον στο οποίο μπορούν να μιλήσουν άνετα για ό,τι τα απασχολεί, να ανακαλύψουν ποιοι πραγματικά είναι και να υιοθετήσουν μια όμορφη και ζεστή συμπεριφορά.
Πηγή: heysigmund.com,infokids.gr